11 July 2022

Εξατομίκευση αντί για ιδιωτικοποίηση

 Στο αποκορύφωμα των μανιωδών ιδιωτικοποιήσεων στις αρχές της νέας χιλετίας στη
Γερμανία εξέθεσα σε μερικές εκατοντάδες πολιτικά δρώντων σε εκεί σοσιαλδημοκρατικά
κόμματα, συνδικάτα και κινήματα την ακόλουθη ανάλυση, με αποτέλεσμα όμοιο με εκείνο
του Αποστόλου Παύλου στην πρώτη του εμφάνιση στον Άρειο Πάγο: «Να το
ξανασυζητήσουμε!» Σε αντίθεση προς τα συμβάντα περί το 50 μ.Χ., οι συνομιλητές μου ούτε
με ειρωνευόταν, ούτε σκόπευαν όμως, νομίζω, να ενασχοληθούν, έστω και αιώνες
αργότερα, με τις προτάσεις μου. Θεωρώ, άρα, ότι μια επανάληψη της εμπειρίας μου αυτής
σε ελληνική γλώσσα δεν μπορεί να μειώσει την ως τώρα επιτυχία μου.


________________________
Το μήνυμα πίσω απ την ιδιωτικοποίηση / αποκρατικοποίηση δημοσίων υπηρεσιών
(τηλεπικοινωνιών, ρεύματος, ύδρευσης κτλ.) είναι σαφές: Παρέχουμε προϊόντα και
υπηρεσίες μόνο σε όσους όχι μόνο χρηματοδοτούν την σχετική υποδομή, αλλά και
υπόσχονται και ένα συμφέρον κέρδος – ήγουν: Μόνον ορισμένων οικογενειών παιδιά
μορφώνουμε / αρρώστους θεραπεύουμε / σπίτια φυλάγουμε κ.ο.κ.. Ανάγκες ασθενών
κοινωνικών τάξεων, όπως η θεραπεία πνευμονικών νοσημάτων ανθρακωρύχων ή η
ειδίκευση νομικών σε εργασιακά θέματα, ενδιαφέρουν μόνο με την επιφύλαξη του κέρδους.
Βέβαια, τα ιδιωτικά κέρδη, συναθροιζόμενα, θεωρούνται «εθνικό» προϊόν, γι αυτό η άμυνα
της χώρας και η εξασφάλιση της εξουσίας γίνονται πάντα με δημόσιες δαπάνες. Οτιδήποτε
όμως, πέραν αυτών, το εξαρτάμε από το προβλεπόμενο κέρδος.


Ένας απλός χειρισμός θα μπορούσε να ανατρέψει την λογική αυτή, χωρίς καν να ταράξει το
καπιταλιστικό σύστημα:
Οργανισμοί που θεωρούνται κοινής ωφελείας ή απλώς δημοσίου ενδιαφέροντος (π.χ.
νοσοκομεία, πανεπιστήμια, ταχυδρομεία, ακόμη και φροντιστήρια) θα μπορούσαν να
νεοϊδρυθούν ή να μετατραπούν σε εταιρίες, των οποίων τα μερίδια να ανήκουν σ όλους τους
πολίτες. Για να μην επαναληφθεί ό,τι συνέβη κατά την μετατροπή της Σοβιετικής Ένωσης,
θα έπρεπε, φυσικά, οι εν λόγω μετοχές να μην είναι εμπορεύσιμες – κάτι σαν δελτίο
ταυτότητας, που είναι προσωπικό για κάθε πολίτη, χωρίς όμως να μπορεί να πωληθεί σε
άλλον.


Η διάθεση ή πώληση μιας τέτοιας επιχείρησης θα προϋπέθετε την ψήφο των μετόχων (ίσως
με καταστατικά κατοχυρωμένες ενισχυμένες πλειοψηφίες), πράγμα που, ανάλογα με την
εταιρία, θα αποτελούσε δημοψήφισμα σε έναν οικισμό (προκειμένου π.χ. για ένα ιατρείο) ή
σε ένα κράτος (π.χ. για το ταχυδρομείο). Αυθαίρετη διάθεση προς πώληση από μια
κυβέρνηση θα ήταν άκυρη (όπως η πώληση του σχεδίου της σημαίας), οι μέχρι τούδε
ιδιωτικοποιημένες επιχειρήσεις θα μπορούσαν να επανιδρυθούν με το ως άνω καθεστώς.
Αντίστροφα, αν π.χ. το κατάστημα σουβενίρ ενός μουσείου δεν απέφερε αρκετό κέρδος, θα
μπορούσε να ανατεθεί (με συλλογική απόφαση) σε ιδιώτες πιό επιτήδειους στην διάθεση
τουριστικών ειδών.


Η κοινωνία (και όχι το κράτος) θα έμπαινε στο ρόλο του επιχειρηματία. Ο καθορισμός του
επιθυμητού κέρδους, των συνθηκών και της τιμής εργασίας ή της πολιτικής επί των τιμών θα
ήταν αντικείμενα συλλογικών αποφάσεων, οι οποίες θα μπορούσαν φυσικά να ανατεθούν
και σε μάνατζερ, όπου δεν έχει διαμορφωθεί μια κοινή βούληση. (Με την κατάργηση π.χ.
των διοδίων, εκλείπει και το πρόβλημα ρύθμισης των τελών.)


Εξυπακούεται ότι τέτοιες επιχειρήσεις θα ήταν σχεδόν απόρθητες, είτε πρόκειται για τον
τηλεοπτικό σταθμό που ορέγονται διάφοροι ιδιωτικοί ανταγωνιστές, είτε για το τοπικό
κολυμβητήριο, που κάτω από το σημερινό καθεστώς θα απειλείτο να κλείσει ενάντια στην
θέληση των πολιτών: Αποφάσεις, για τις οποίες σήμερα αρκεί η υπογραφή ενός πολιτικού,
θα απαιτούσαν το «δημοψήφισμα» των μεριδιούχων πολιτών.


Οι μόνες προϋποθέσεις για την μετατροπή ή την ίδρυση τέτοιων εταιριών είναι η
κατοχύρωση (Ι) του καθεστώτος επιχειρήσεων με μη εμπορεύσιμα μερίδια και (ΙΙ) της
συλλογικής ιδιοκτησίας απ όλον τον εκάστοτε πληθυσμό (δηλαδή χωρίς συγκεκριμένα
ονόματα προσώπων). Αντίστοιχα νομικά σχήματα συνηθίζονται, όταν πρόκειται για τον
υπολογισμό του δημόσιου χρέους, την επιδιόρθωση ή τον χριστουγεννιάτικο στολισμό
πεζοδρομίων κ.ά. – πάντα βέβαια σαν επιβάρυνση, ποτέ σαν κέρδος των πολιτών.


Η ενασχόληση με την ιδέα αυτή σύντομα οδηγεί στην αντίληψη, ότι οι μέτοχοι σημερινών
εταιριών έχουν αμεσότερο έλεγχο των οικονομικών της εταιρίας τους απ ό,τι οι πολίτες στο
κράτος «τους», τουλάχιστον κατά την σημερινή ερμηνεία του «δημοκρατικού» πολιτεύματος.
Κατ’ επέκταση αντιλαμβάνεται κανείς ότι, σε περίπτωση εφαρμογής μιας τέτοιας πολιτικής, η
κύρια αλλαγή συγκριτικά με την σημερινή κατάσταση θα έγκειται στον αποκλεισμό, σχεδόν,
κάθε αυθαιρεσίας από πλευράς των πολιτικών, προς όφελος της δημοκρατικότητας του
πολιτεύματος. Η απάντηση στο ερώτημα, γιατί οι πολιτικοί δεν επιλαμβάνονται μιας τέτοιας
αλλαγής, θα ήταν καλύτερο να μη δοθεί από τον γράφοντα.


________________________
Ο γράφων ζει απ το 1971 στην Γερμανία, όπου, μετά από σπουδές Ηλεκτρολογίας
Κοινωνιολογίας και Οικονομικών, παρέμεινε στον τεχνικό κλάδο και εργάστηκε ως το 2019
σαν καθηγητής Πληροφορικής στις Ανώτατες Σχολές του Γκίσσεν (Giessen). Υπήρξε
ιδρυτικό μέλος του κόμματος της Αριστεράς (Die Linke), στο οποίο δεν προσχώρησε για
λόγους που σκιαγραφεί το κείμενο. Διατέλεσε ανεξάρτητος τοπικός υποψήφιος για την
γερμανική Βουλή (2005) και Δημοτικός Σύμβουλος στην παράταξη της Αριστεράς (2006-
2010). Παρόμοια τοποθέτησή του δημοσιεύτηκε το 2011 στην εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ.